30 χρόνια πυροσβεστική επιθεώρηση

Του Υποστράτηγου Χρήστου Μητροπέτρου

Με το τέλος της χιλιετίας, συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από την πρώτη έκδοση της Πυροσβεστικής Επιθεώρησης. Με αφορμή την επέτειο αυτή, επιχειρούμε -υπηρετώντας πάντα την πυροσβεστική ιστορία- μια σύντομη αναδρομή στην ως τώρα πορεία και προσφορά του περιοδικού του Π.Σ...

Ας ξεκινήσουμε όμως από πολύ παλαιότερα, αφού οι περισσότεροι από τους σημερινούς πυροσβέστες, κυρίως οι νεότεροι, δεν γνωρίζουν ότι πριν από την Πυροσβεστική Επιθεώρηση, υπήρξε ένα άλλο πυροσβεστικό περιοδικό που εκδόθηκε στο διάστημα 1948-1956. Ήταν η μηνιαία "Πυροσβεστική Ηχώ".

Εκδότης και διευθυντής της ο αείμνηστος Σωτήρης Γλυκοφρύδης, διαπρεπής δημοσιογράφος και συνεργάτης πολλών αθηναϊκών εφημερίδων της εποχής. Το πρώτο τεύχος της Ηχούς, σε σχήμα 4ο διαστάσεων 24x33 εκ., τυπώθηκε το Μάρτιο του 1948. Το δίχρωμο εξώφυλλο του Α' τεύχους εικονίζει παρελαύνοντα πυροσβεστικά οχήματα και πάνωθέ τους την Ελλάδα σε μορφή κόρης, που κρατά στα χέρια της ασπίδα και ρομφαία, να τα προστατεύει.

Με ενδιαφέρουσα ύλη και πάντα πρωτοπόρα και μαχητική, για την επίλυση των δίκαιων προβλημάτων του Πυροσβεστικού Σώματος, η Ηχώ κατέκτησε τις καρδιές του πυροσβεστόκοσμου και όχι μόνο, έτσι που η εμβέλειά της έγινε πολύ σύντομα Πανελλαδική. Το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή σε σατιρικό στιχουργό της εποχής να σχολιάσει:


"Ήχοι ηχούν απ' την Ηχώ του φίλου Γλυκοφρύδη.
Ηχούν εις τον πλανήτη μας ηχούν και στη Σελήνη.
Ο ήχος της ηχεί παντού, ήχους γλυκούς σκορπάει.
Κι οι Πυροσβέστες τρέχουνε ποιος 
να την πρωτοπάρει.
Ποιος ν' αγοράσει την Ηχώ του φίλου Γλυκοφρύδη
που η κυκλοφορία της έφτασε στο ... Μενίδι.
Βρέθηκαν πλείστοι συγγραφείς τας 
γνώσεις τους να γράψουν,
κι αν την Ηχώ φαλήρουνε μοιραίως πια θα πάψουν,
να γράφουνε τας γνώσεις τους και τις φιλοσοφίες
θέματα τόσο σοβαρά και άλλες ποικιλίες".

Μηνιαία η Πυροσβεστική Ηχώ, με μόνα στηρίγματα την αγάπη και την οικονομική ενίσχυση των τότε πυροσβεστών, έζησε ως το 1956, οπότε για λόγους που δεν μας είναι γνωστοί, σταμάτησε η έκδοσή της. Ο αριθμός των τευχών που εκδόθηκαν έφτασε τα 112. Στα οκτώ χρόνια της έκδοσής της έκλεισε στις, πάντα φροντισμένες, σελίδες της εκατοντάδες άρθρα πυροσβεστικού ενδιαφέροντος, έδωσε με πύρινα λόγια, μάχες για τα δίκαια των Πυροσβεστών και δεν ήταν λίγες οι φορές που θαρρετά επεσήμανε και καυτηρίασε την κρατική αστοργία για το Πυροσβεστικό Σώμα και τους Πυροσβέστες. Είναι ακόμα οι αθησαύριστες σελίδες της κατάφορτες από σπουδαίες καταγραφές και ντοκουμέντα που φωτίζουν τα πεπραγμένα του Σώματος, έτσι που, χωρίς ίχνος υπερβολής, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αποτελούν ιστορικό πυροσβεστικό αρχείο. Φωνές απ' τα παλιά και αξεθώριαστες μνήμες που συγκινούν και τέρπουν.

"ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΙΣ ΦΩΤΙΕΣ"
Για δεκαπέντε σχεδόν χρόνια, από την παύση της έκδοσης της "Πυροσβεστικής Ηχούς", το Πυροσβεστικό Σώμα έμεινε άφωνο. Όμως, το Δεκέμβριο του 1970, ένα νέο περιοδικό, με τίτλο "Ματιές στις Φωτιές", ήρθε φιλοδοξώντας να πάρει τη θέση του πρώτου και να καλύψει το κενό που άφησε εκείνο κλείνοντας.

Το νέο περιοδικό ήταν γέννημα θρέμμα του Πυροσβεστικού Σώματος, αφού την επιμέλεια της ύλης και έκδοσης είχε αποκλειστικά το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων της Διεύθυνσης Μελετών του Αρχηγείου. Η έκδοσή του ήταν μηνιαία, σε σχήμα 20x27 εκ., άλλοτε τριάντα τεσσάρων και άλλοτε τριάντα δύο σελίδων και πάντα με έγχρωμο εξώφυλλο.

Το πολύ όμορφο εξώφυλλο του πρώτου τεύχους εικονίζει πυροσβεστική έξοδο, στο προαύλιο του αρχαίου ναού του Ολυμπίου Διός, με φόντο την Ακρόπολη των Αθηνών. Στη σελίδα 4 καταχωρείται ο σκοπός του νέου περιοδικού, που, με δυο λόγια, ήταν η συνεχής ενημέρωση των ανδρών του Σώματος για τις νέες καλπάζουσες εξελίξεις της πυροσβεστικής τέχνης και των επιστημών που σχετίζονται με το λειτούργημά μας, την παροχή προς τους πολίτες οδηγιών προφύλαξης από τον κίνδυνο της πυρκαγιάς και γνώσεων για την αντιμετώπισή της και να καταγράφει στις σελίδες του τα καθημερινά πυροσβεστικά δρώμενα και τις άλλες ξεχωριστές εκδηλώσεις του πυροσβεστικού βίου.

Ακόμα στο πρώτο τεύχος συναντάμε χαιρετισμούς της τότε φυσικής και πολιτικής ηγεσίας για την έκδοση, τον Ύμνο του Πυροσβέστη, στιχουργημένο από τον τότε Υπαρχηγό και μετέπειτα Αρχηγό του Σώματος Ανδρόνικο Δήμα, αποσπάσματα από το ανέκδοτο βιβλίο "Πυρ και πυρκαγιά στο διάστημα του χρόνου - Ιστορία του Πυροσβεστικού Σώματος" του αείμνηστου Πυράρχου Βασιλείου Ζαφειρόπουλου με πολλές νοσταλγικές αναδρομές στο πυροσβεστικό μας παρελθόν, καθώς και άλλη ενδιαφέρουσα ύλη.

Με το περιοδικό συνεργάστηκαν διακεκριμένοι συνάδελφοι καθώς και επιφανή μέλη της πνευματικής μας κοινότητας, μιας και η έκδοση δεν φιλοξενούσε μόνο κείμενα σχετικά με το πυροσβεστικό έργο αλλά, είχε και λογοτεχνικές προεκτάσεις και ανησυχίες. Με τέτοια κείμενα στόλιζε τις σελίδες του και ο συνάδελφος τ. Επιπυραγός λογοτέχνης και ερευνητής ιστοριοδίφης Βύρων Δάβος.

Με την ίδια μορφή και πάντα ενδιαφέρουσα ύλη το περιοδικό κυκλοφόρησε, χωρίς καμία διακοπή, σε 34 τεύχη για τρία σχεδόν χρόνια ως τον Σεπτέμβριο του 1973 οπότε μετονομάστηκε σε "Πυροσβεστική Επιθεώρηση".

"ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ"
Η "Πυροσβεστική Επιθεώρηση" δεν ήταν καινούργιο περιοδικό αλλά άξια συνέχεια του προηγούμενου. Απλά άλλαξε το όνομά του διατηρώντας μάλιστα τους σκοπούς, τη διάταξη της ύλης, το σχήμα, τη μορφή και την αρίθμηση των τευχών του προκατόχου του. Εκείνο που δεν εξηγείται, αν και θα έπρεπε, είναι ο λόγος και το σκεπτικό της μετονομασίας του περιοδικού - αν και σήμερα είναι προφανής.

Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι στην "Πυροσβεστική Επιθεώρηση" έγιναν αρκετές προσεγμένες βελτιώσεις και οι σελίδες της διπλασιάστηκαν και από 32 έγιναν 64. Σημαντικότερη αλλαγή ήταν το γεγονός, ότι η πυροσβεστική ύλη αυξήθηκε και σωστά, σε βάρος της ποικίλης ύλης που πριν κυριαρχούσε. Δεν έπαψε, όμως, και πάλι μέσα στις σελίδες της να σμίγει αρμονικά τη Πυροσβεστική Τέχνη με τη Λογοτεχνία. Πολλαπλασιάστηκαν ακόμα οι δημοσιευόμενες φωτογραφίες από το καθημερινό σεφέρι των Πυροσβεστών με τις φωτιές και τις διασώσεις.

Πραγματικοί θησαυροί οι μεστές σελίδες και τούτου του περιοδικού και αυθεντικός πληροφοριοδότης η ύλη του για τα πρόσφατα περασμένα μας. Εντελώς, όμως, ξεχωριστά και αξιοπρόσεκτα είναι τα τεύχη του 1980, όταν το Πυροσβεστικό Σώμα γιόρτασε με λαμπρότητα τα πενήντα του χρόνια, στα οποία έχουν καταχωρηθεί καταλεπτώς όλες οι πολύμορφες εκδηλώσεις αυτού του εορτασμού που, δίκαια, χαρακτηρίστηκε σταθμός για το Πυροσβεστικό Σώμα. 
Στα δεκατρία χρόνια της ζωής της η Πυροσβεστική Επιθεώρηση γνώρισε μια άσχημη περιπέτεια.

Ήταν στα τέλη του 1983 - είχε προηγηθεί η ασυλλόγιστη απόφαση της Πολιτείας με το Ν.1481/1983, παρά την έμπρακτη αντίδραση του πυροσβεστόκοσμου, να ενοποιήσει σ' ένα Σώμα τη Χωροφυλακή, την Αστυνομία Πόλεων και το Πυροσβεστικό Σώμα - οπότε, οι τότε αρμόδιοι του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, συνέλαβαν την ιδέα να κλείσουν τα υπάρχοντα περιοδικά των Σωμάτων και να εκδόσουν, από 1/1/1984, ένα, με τον τίτλο "Αστυνομική Επιθεώρηση". Έτσι, το 157ο τεύχος του Δεκεμβρίου 1983 έμελλε να είναι το τελευταίο της Πυροσβεστικής Επιθεώρησης της πρώτης περιόδου.

Συγκινητικό και συνάμα παλικαρίσιο το άρθρο του τότε υπεύθυνου του περιοδικού Υποπυραγού Αντωνίου Κατσιλιέρη, - δημοσιεύτηκε στη σελίδα 2 του τελευταίου τεύχους- που αντιπροσωπεύοντας το σύνολο των Πυροσβεστών ανάγγειλε με συντριβή την παύση του περιοδικού και δήλωνε θαρρετά πως η "Αστυνομική Επιθεώρηση" που θα το διαδεχόταν "δεν εκπροσωπούσε το Πυροσβεστικό Σώμα και τους Πυροσβέστες".

Και πράγματι οι Πυροσβέστες στάθηκαν αντιστασιακά απέναντι στην "Αστυνομική Επιθεώρηση" όπως αντιστασιακά στάθηκαν στη συντριπτική πλειοψηφία τους - οι ελάχιστες εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα - στην ενοποίηση Πυροσβεστικού Σώματος και Ελληνικής Αστυνομίας. Ούτε με άρθρα και εργασίες τους συνεργάστηκαν μαζί της, αλλά έτσι από ινάτι, ούτε καν την ξεφύλλιζαν αν και με το στανιό υπήρξαν όλοι "συνδρομητές" της.

"ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ" Β' ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Τρία χρόνια αργότερα η Πολιτεία κατάλαβε επιτέλους - σ' αυτό βοήθησε και η στάση των Πυροσβεστών - ότι ήταν αδύνατο να εξακολουθήσει το νόθο σχήμα της ενσωμάτωσης του Πυροσβεστικού Σώματος στην Ελληνική Αστυνομία και με τον λυτρωτικό Ν.1590/1986 διόρθωσε το σφάλμα της και ξανάδωσε στην ελληνική κοινωνία ανεξάρτητο το Πυροσβεστικό Σώμα να την υπηρετήσει.

Από τις πρώτες έγνοιες του Σώματος, μετά την περιπέτειά του αυτή, ήταν να επανεκδώσει το συντομότερο το περιοδικό του. Διμηνιαίο, 48σέλιδο, σε σχήμα 20x27, με έγχρωμο εξώφυλλο, τυπωμένο με τον μοντέρνο τρόπο της φωτοσύνθεσης και με φανερή την πρόθεση να είναι καθαρά επαγγελματικό, είδε το φως της δημοσιότητας, τον Ιανουάριο του 1987, το πρώτο τεύχος της "Πυροσβεστικής Επιθεώρησης" της Β' περιόδου. Κυρίαρχο θέμα του πρώτου τεύχους το φοβερό χτύπημα του Εγκέλαδου στην ιστορική πόλη της Καλαμάτας και ο τιτάνιος αγώνας των Πυροσβεστών, που έσπευσαν από παντού να διασώσουν τους παγιδευμένους στα ερείπια κατοίκους της και ότι είχε απομείνει από το βιός τους, διδάσκοντας, για μια ακόμη φορά, αυτοθυσία και ανθρωπιά.

Πρέπει ιδιαίτερα να επισημανθεί και το γεγονός ότι, τα τεύχη της Β' περιόδου είναι στολισμένα με πολλές έγχρωμες φωτογραφίες, από την καθημερινή μας πυροσβεστική ζωή και δράση, σ' αντίθεση με αυτά της πρώτης περιόδου που οι φωτογραφίες του και λιγότερες ήταν αλλά και όλες ασπρόμαυρες. Ευτυχία των ματιών και τα ογδόντα δύο μέχρι τώρα τεύχη, τόσο από πλευράς ύλης όσο και από πλευράς εικόνων.

Για το σημερινό μας περιοδικό, δεν έχω τον παραμικρό φόβο να θεωρηθώ υπερβολικός, αν ισχυριστώ ότι είναι ένα από τα πιο άρτια και εντυπωσιακά του είδους του και ότι, εμείς οι Πυροσβέστες, μπορούμε δίκαια, και γι' αυτό να είμαστε υπερήφανοι.

Θα ήταν, θαρρώ, ασυγχώρητη παράλειψή μου αν, σε τούτη τη γρήγορη ξενάγησή μου στα τριάντα χρόνια του περιοδικού μας, λησμονούσα ν' αναφέρω τους συναδέλφους που, κατά καιρούς, είχαν την ιδιαίτερη τιμή να σταθούν υπεύθυνοι για την έκδοσή του. Αν θυμάμαι καλά ήταν οι: Γεώργιος Ζαφειρόπουλος, Βύρων Δάβος, Δημήτριος Καλλίγας, ο αείμνηστος Κων/νος Χουσιανάκος, Ιωάννης Μάγδαλος, Απόστολος Σταμπόλης, Αντώνιος Κατσιλιέρης, Γεώργιος Παπαγεωργίου, Φώτιος Παππάς, Ιωάννης Ζαχίλας και Ιωάννης Καπάκης.

Όλοι τους με καλαισθησία, μεράκι και πολύ κόπο, κάτω από αντίξοες πολλές φορές συνθήκες, έδωσαν αυτούς τους πράγματι πολύτιμους καρπούς στην πυροσβεστική μας βιβλιογραφία και δημιούργησαν έτσι, σεμνά και αθόρυβα, ένα πλούσιο αρχείο για τα περασμένα μας και το παρέδωσαν στην Πυροσβεστική Ιστορία. Βέβαια, η ίδια τιμή και τα ίδια καλά λόγια ανήκουν, δικαιωματικά, και σε όλους τους κατά καιρούς συναδέλφους συνεργάτες τους.

Θέλω να κλείσω τούτο το φτωχό μου σημείωμα κάνοντας μια, αν και νομίζω αυτονόητη, πρόταση και ευχή.

Θα προτείνω στους συναδέλφους, κυρίως τους νεότερους, να διαβάζουν το περιοδικό μας γιατί πολλά έχουν να ωφεληθούν, να το διαδίδουν και να φυλάνε στο σπίτι τους, με φροντίδα και σεβασμό, τα τεύχη του γιατί τούτες οι σελίδες θα είναι εκείνες που αύριο, όταν θα 'μαστε κι εμείς απόμαχοι με χιονισμένα τα μαλλιά απ' τα χρόνια, θα μας βοηθούν ξεφυλλίζοντάς τες ν' αναθερμαίνουμε τις ξεθωριασμένες μνήμες μας και να ξαναγυρνάμε πίσω στα "πυρωμένα" μας νιάτα, τα γεμάτα καημούς, αλλά και όμορφες στιγμές και θεάρεστη προσφορά.

Στο σημερινό μας περιοδικό θα ευχηθώ, από καρδιάς, να χιλιάσει τα χρόνια του και να μην συναντήσει ποτέ τις περιπέτειες των προηγούμενών του των οποίων είναι κληρονόμος και άξιος συνεχιστής.